Το χρώμα του νυφικού
Κατά το παλιό ημερολόγιο ο Ιούνιος μήνας, ήταν ό μήνας τών Γάμων, ο μήνας πού ήταν αφιερωμένος από τούς Ρωμαίους στήν θεά Ήρα, ή οποία τού έδωσε καί τό ρωμαϊκό όνομά της June>Junio.
Κατά τους Ρωμαίους, ή θεά ώς επίσημη σύζυγος τού Δία καί επομένως πρώτη κυρία τού Ολύμπου, θεωρείτο προστάτης τού γάμου.
Κατ’ επέκταση οι Ρωμαίοι θεωρούσαν ευλογημένους τούς γάμους πού ετελούντο κατά τόν ομώνυμο μέ τήν θεά μήνα.
Στην Ελλάδα τών προγόνων μας, ό ευλογημένος μήνας γιά τούς γάμους ήταν ό έβδομος μήνας τού Αττικού καί Δήλιου ημερολογίου πού συνέπιπτε μέ τήν δική μας χρονική περίοδο από 15 Ιανουαρίου έως 15 Φεβρουαρίου.
Ό μήνας αυτός ονομαζόταν Γαμηλιών καί ήταν ό ιερός μήνας τής Ήρας Γαμηλίας, προστάτιδας τών γάμων.
Μέ αφορμή λοιπόν τόν μήνα τής Ήρας, τόν Γαμηλιώνα, αλλά καί τόν σημερινό γάμο ενός ζευγαριού, θα ασχοληθούμε σήμερα μέ… τί άλλο παρά μέ τό χρώμα τού νυφικού!
Ό Μινύας ήταν ό πρώτος πού καθιέρωσε μέ νόμο τήν μονογαμία, διότι εκείνη τήν εποχή, οί άντρες πήγαιναν μέ όπια γυναίκα ήθελαν.
'Έτσι καθιερώθηκε καί ό θεσμός τής οικογένειας έξ`αίματος.Δηλαδή τά παιδιά πού γεννιόντουσαν, ήταν από έναν πατέρα καί μία μάνα.
Μινύας (μυθολογία)
Ο Μινύας ήταν ήρωας του βοιωτικού Ορχομενού και γενάρχης των Μινύων,( Ελληνικό προ'ι'στορικό Φύλο), ενώ προς τιμήν του τελούνταν τα«Μινύεια». Γιος του Ποσειδώνα, είχε κόρες την Κλημένη και τις Αλκαθόη, Λευκίππη και Αρσίππη.
Ήταν ειρηνιστής και κυβέρνησε τον τόπο του δημοκρατικά. Για όλες τις κρατικές υποθέσεις τον πρώτο λόγο τον είχαν οι Δημογέροντες. Έχτισε το θησαυροφυλάκιο, για να φυλάγονται οι θησαυροί του κράτους, έτσι ώστε οι Δημογέροντες να μπορούν να ελέγχουν τα οικονομικά του σε οποιαδήποτε στιγμή.
Υποστήριζε ακράδαντα ότι "οι άνθρωποι καλυτερεύουν μόνο μέσα από τις γνώσεις". Οι σοφότεροι δάσκαλοι από όλες τις πολιτισμένες χώρες της εποχής έφταναν στην πόλη του για να διδάξουν τα παιδιά τους. Ένα μέρος των εξόδων ήταν αρωγή του κράτους.
Ο Μινύας ήταν και νομοθέτης. Έλεγε ότι το κράτος δεν κυβερνιέται από το βασιλιά αλλά από τους νόμους. Την εποχή του το κράτος των Μινύων έφτανε μέχρι την Ιωλκό και ήταν το πλουσιότερο εκείνη την εποχή. Ο Όμηρος έλεγε ότι: Τρεις είναι οι πολύχρυσες πόλεις: Ίλιον, Μυκήναι, Ορχομενός.
Ο εμπορικός στόλος των Μινύων ήταν εφάμιλλος του στόλου των Μυκηνών και της Κνωσού.
Ό γάμος αργότερα μέ νομοθετική ισχύ καθιερώθηκε στήν αρχαία Αίγυπτο καί από εκεί εξαπλώθηκε στούς υπόλοιπους πολιτισμούς τής εποχής θεωρούμενος σάν ένας θετικός καί σταθεροποιητικός παράγοντας γιά τίς κοινωνίες, καταλήγοντας από τήν ρωμαϊκή εποχή καί ύστερα, μέ αποκορύφωμα τόν μεσαίωνα, νά σημαίνει κάτι περισσότερο –ιδιαίτερα στίς ανώτερες τάξεις- από τήν ένωση τού ζευγαριού.
Ό γάμος, πέρα από τήν ένωση δύο ανθρώπων, σήμαινε τήν ένωση δύο οικογενειών, δύο επιχειρήσεων, ακόμα καί δύο κρατών.
Ό γάμος, ιδίως στήν τάξη τών ευγενών, τίς περισσότερες φορές ήταν μάλλον θέμα πολιτικής παρά έρωτα.
Οί γαμήλιες νομοθετικές διατάξεις, αλλά καί τά έθιμα, πήραν τοπικό χαρακτήρα, ανάλογα μέ τούς κατά τόπους πολιτισμό, θρησκεία, προλήψεις, ήθη και έθιμα.
Μπορεί μέν, όλα αυτά (νομοθεσία, έθιμα κλπ.) νά διέφεραν κατά περιοχή, αυτό όμως πού διατήρησε τήν ισχύ του παντού καί πάντα ήταν τό νυφικό, τό φόρεμα της νύφης κατά τήν ώρα τής τελετής.
Τό χρώμα, τό στύλ(ύφος) και η τελετουργική σημασία τού νυφικού φορέματος σχετιζόταν με την θρησκεία και την κουλτούρα του ζευγαριού.
Αναμενόμενο ήταν πάντα νά ντύνονται οί νύφες κατά τρόπο πού αναδείκνυε, όσο πιό έντονα γινόταν, τήν τάξη της οικογένειάς τους γιατί κατά τήν τελετή δέν εκπροσωπούσαν μόνον τόν εαυτό τους αλλά καί τό κοινωνικό τους περιβάλλον.
Νύφες από πλούσιες οικογένειες συνήθως φορούσαν νυφικά από ακριβά υφάσματα, βαμμένα σέ πλούσιους, δυνατούς, χρωματισμούς από ακριβές βαφές, ενώ συνήθως οι άκρες τού φορέματος ήταν φτιαγμένες από διαφορετικά ακριβότερα υλικά (γούνες, μετάξια, βελούδα) και εντονότερα χρώματα.
Στό πέρασμα τών αιώνων, οί νύφες συνέχισαν νά φορούν νυφικά πού αναδείκνυαν τά κοινωνικό τους status quo (καθεστώς), φτιαγμένα από τα ακριβότερα υλικά πού μπορούσαν νά αγοραστούν από τήν τάξη τους, γιατί ή ποσότης καί τό κόστος του υφάσματος αντανακλούσε τόν πλούτο τής οικογένειάς τής νύφης.
Οί φτωχές νύφες φορούσαν γιά νυφικό τήν ημέρα τού γάμου τους, τό καλύτερο φόρεμα πού διέθεταν, συνήθως τό γιορτινό φουστάνι πού φορούσαν στίς εκκλησιαστικές λειτουργίες.
Οί περισσότεροι δυτικοί άνθρωποι τής εποχής μας, έχουμε τήν εντύπωση πώς τό σύνηθες χρώμα τού νυφικού ήταν πάντα τό λευκό, όμως ή εμφάνιση τού λευκού νυφικού στήν μακρά ιστορία τών γάμων είναι πολύ πρόσφατη.
Ή ζωή –καί ή μόδα- τού λευκού νυφικού μετρά μόλις από τό 1840, από τόν γάμο τής βασίλισσας Βικτωρίας τής Αγγλίας καί ύστερα.
Νύφη μέ νυφικό τής σημερινής εποχής
Το συνηθισμένο του χρώμα στις δυτικές κοινωνίες είναι το άσπρο ενώ στις αντίστοιχες της Άπω Ανατολής, συνηθίζεται το κόκκινο χρώμα. Τα νυφικά συνήθως είναι μακρυά φορέματα. Υπάρχουν πολλά περιοδικά για νυφικά και σε κάθε τόπο υπάρχουν ιδιαίτερα έθιμα για τα νυφικά. Το χρώμα, το σχέδιο καθώς και η τελετουργική σημασία του νυφικού είναι αποτέλεσμα τόσο της θρησκευτικής όσο και της πολιτισμικής παράδοσης της κοινωνίας που διεξάγει το γάμο. Στη Δυτική κουλτούρα συχνά η νύφη επιλέγει λευκό φόρεμα, σύμβολο καθαρότητας της ψυχής, ενώ το νυφικό συχνά αποτελεί μέρος των προικιών της νύφης. Στους Ανατολικούς πολιτισμούς η νύφη συχνά επιλέγει κόκκινη νυφική φορεσιά, σύμβολο εύνοιας.
Παραδοσιακά τα νυφικά βασίζονται στις τάσεις της μόδας κάθε εποχής. Για παράδειγμα, στη δεκαετία του 1920, τα νυφικά ήταν κοντά στο μπροστινό μέρος με μακρύτερη ουρά στο πίσω μέρος και φοριόταν με πέπλο σε κλοσέ γραμμή. Αυτή η τάση συνεχίστηκε ως τα τέλη της δεκαετίας του 1940, οπότε και επανήλθαν στη μόδα τα νυφικά με φουσκωτή φούστα και σχέδια εμπνευσμένα από την βικτωριανήεποχή. Αν και τα βικτωριανού ύφους νυφικά κυριάρχησαν στην αγορά, με τις απαραίτητες αλλαγές που επέβαλε σε κάθε χρονική στιγμή η μόδα, ένας αυξανόμενος αριθμός των σύγχρονων γυναικών δεν επιλέγουν για την ημέρα του γάμου τους αυτή την τάση. Πρόκειται κυρίως για γάμους μη παραδοσιακούς, γάμους στους οποίους η νύφη είναι μεγαλύτερης ηλικίας ή γάμους στους οποίους η νύφη παντρεύεται για δεύτερη φορά. Σήμερα τα νυφικά στον δυτικό κόσμο είναι συνήθως λευκά, αν και στο λευκό συμπεριλαμβάνονται αποχρώσεις όπως το ζαχαρί, το εκρού, το σαμπανί. Παρατηρείται επίσης η συνήθεια, οι νύφες να προτιμούν την ενοικίαση ενός μεταχειρισμένου νυφικού από την αγορά ενός νέου με σκοπό την μείωση του κόστους της τελετής. Η βασίλισσα της Σκωτίας, Μαίρη, το 1559, επέλεξε να φορέσει λευκό νυφικό όταν παντρεύτηκε τον πρώτο της σύζυγο Δελφίνο Φραγκίσκο της Γαλλίας, μιας και το λευκό ήταν το αγαπημένο της χρώμα, παρόλο που για το γαλλικό βασίλειο το λευκό ήταν χρώμα πένθους. Η πρώτη τεκμηριωμένη περίπτωση πριγκίπισσας η οποία φορούσε λευκό νυφικό σε γαμήλια τελετή είναι η Philippa της Αγγλίας. Το λευκό δεν γίνεται δημοφιλής επιλογή μέχρι το 1840, με το γάμο της βασίλισσας Βικτώριας με τον Αλβέρτο του Σάξεν-Κόμπουργκ και Γκότα. Η Βικτώρια φορούσε ένα λευκό φόρεμα στην τελετή θέλοντας να ενσωματώσει κάποια δαντέλα που της χαρίστηκε ως δώρο. Το επίσημο πορτρέτο του γάμου δημοσιεύθηκε ευρέως και πολλές άλλες νύφες επέλεξαν λευκό νυφικό σύμφωνα με τις επιλογές της βασίλισσας. Η παράδοση του λευκού νυφικού συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας αν και πριν την βικτωριανή εποχή, η νύφη φορούσε οποιοδήποτε χρώμα, ακόμη και μαύρο, χρώμα εξαιρετικά διαδεδομένο στη Σκανδιναβία. Αργότερα προτιμήθηκε περισσότερο το λευκό ως χρώμα που συμβόλιζε την παρθενία, αν και αυτή δεν ήταν η αρχική πρόθεση. Το λευκό φόρεμα είναι στην πραγματικότητα ένα συμβολικό φόρεμα βάπτισης. Είναι μια παραλλαγή του λευκού ράσου που φορούν στην Δυτική Καθολική παράδοση τα μέλη του κλήρου, οι χορωδίες της εκκλησίας και τα φορέματα που φορούν τα κορίτσια όταν κάνουν την πρώτη τους κοινωνία και την επικύρωση τους, αλλά και από τις γυναίκες που κάνουν θρησκευτικούς όρκους. Σήμερα το λευκό φόρεμα θεωρείται απλώς ως η πιο παραδοσιακή και λαϊκή επιλογή για γάμους.
Η λαίδη Φόρεστ φορώντας νυφικό φόρεμα βικτοριανού στιλ. Αυστραλία, 1876.